Τετάρτη 21 Ιανουαρίου 2015

ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ_1     SUMMER_1



















Γ. ΣΕΦΕΡΗΣ

Η θάλασσα που ονομάζουν γαλήνη
πλεούμενα κι άσπρα πανιά
μπάτης από τα πεύκα και τ' όρος της Αίγινας
λαχανιασμένη ανάσα
το δέρμα σου γλιστρούσε στο δέρμα της
εύκολο και ζεστό
σκέψη σχεδόν ακάμωτη κι αμέσως ξεχασμένη.

Μα στα ρηχά
Ένα καμακωμένο χταπόδι τίναξε μελάνι
και στο βυθό-
αν συλλογιζόσουν ως που τελειώνουν τα όμορφα νησιά.

Σε κοίταζα με όλο το φως και το σκοτάδι που έχω.

από το θερινό ηλιοστάσι.

Πέμπτη 15 Ιανουαρίου 2015


ΑΛΓΕΒΡΑ



ΑΛΓΕΒΡΑ

Πέρα στη δημοσιά
φάνηκε πρώτα στήλη κουρνιαχτός
ως τα μεσούρανα.
Δεν άργησε πολύ.
Ο δρόμος έφερνε το ποδοβολητό
το χουγιατό της
Κλείνατε παράθυρα κατέβαιναν ρολά.
Σιδηροντυμένη έμπαινε πια στην πόλη
η εξίσωση.

Έκτωρ Κακναβάτος



Κυριακή 11 Ιανουαρίου 2015

ΤΕΧΝΗ_1      ART_1
























-Άθως Δημουλάς, «Στο Μουσείο»
«Το ακέφαλο άγαλμα, στημένο
στη μέση της αίθουσας κοιτάζω.
Απ’ τα πόδια ώς το λαιμό, σπουδάζω
τις λεπτομέρειες: το λυγισμένο
κάπως γόνατο, το τεντωμένο
χέρι, τους μυς του στήθους. Αλλάζω
θέση κι απόσταση. Θαυμάζω
στο σύνολο το σώμα. Και προσμένω
από τη μια στιγμή ώς την άλλη
(της φαντασίας η δύναμη μεγάλη
όταν σε τούτο η τέχνη βοηθεί),
ασύγκριτα προσθέτοντας κάλλη,
στη θέση, απ’ όπου λείπει, να φανεί
υπέροχο, απολλώνειο, το κεφάλι.»
(Πηγή: Σονέττα, 1953)

Παρασκευή 9 Ιανουαρίου 2015

ΑΝΘΡΩΠΟΙ_1      PEOPLE_1


1.Watching the fiesta somewhere in the Australian outback... 





2. Sailor





3.  Winner of the beer contest.






4.  Monk 




5.  Malaysian man






6.  Joyful


Πέμπτη 8 Ιανουαρίου 2015

ΠΟΡΤΡΕΤΑ  1     ( PORTRAITS )
















Poetry And Portraits


Poetry is like painting a portrait, one word at a time.
You can make someone come alive, with the perfect rhyme.
A well written poem, draws you in and doesn't let you go.
Like a painters brush stroke, your words can put on a show.

A poet can get their inspiration, from a look or just a smile.
Words can paint a beautiful picture, depending on your style.
My nephew is a great artist, his portraits can draw you in.
I think the eyes are the secret, there's a story deep within.

The story can come out as poetry, at least it does for me.
Look into someone's eyes, you'll see their soul and history.
I think if you write poetry, you will also have a love of art.
The story behind the face, pulls the words from your heart.

Watching an artist draw a portrait, is like a symphony.
I love as it starts to comes together, like words in poetry.
I wonder when he's drawing, is the finish portrait in his mind.
When I start to write a new poem, the ending is undefined.

So next time you need inspiration, go to an art gallery.
The words will be screaming at you, to write some poetry.
Stare at a portrait and get lost in it, you'll be blown away.
The words will come flowing out of you, every single day !
Written by Paul M. Careccia

Τετάρτη 7 Ιανουαρίου 2015

A SHIP AT SEA


The hour strikes
Water ripples beneath
The sky is clear
let us secretly steer

The captain, his crew
The planets and stars
Moon is yet to arrive
The sky is palest of blue
Lets them distinctly steer


The waves are high
The ridges visible
The mountains at the distance
Guarding angels look on
Time to start, steer clear! !

The last hold is loosened
The ropes pulled up
The men are waving
The sky is cloudless
First voyage begun

In her flower decked cabin
His lips seals hers
In poignant ownership
As sky bends touching sea
Day light dips away.........
Moon eclipsed by dark clouds
Smiles shyly.........
It is a maiden voyage
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~mali nikadir 

Τρίτη 6 Ιανουαρίου 2015

ΨΑΡΕΜΑ


ΨΑΡΕΜΑ
από τον ΑΝΤΩΝΗ ΑΝΤΩΝΑΚΟ
Ανακάλυψα το μισό κόσμο στο σινεμά
και στις νεκρολογίες ποιητών στο γυμνάσιο.
Άρχισα να φτιάχνω πετονιές για να
ψαρεύω δικά μου ποιήματα. Χρόνια πηγαίνω
για ψάρεμα χωρίς να φέρνω σπίτι ένα
ποίημα. Χάνω όλα τα ποιήματα που
πιάνω. Γλιστρούν πηδούν σπάνε
την πετονιά στριφογυρίζουν τσαλαβουτούν.
Ποτέ δεν άγγιξα ποίημα με τα χέρια μου.
Και παρόλες τις διαψεύσεις πάντα πιστεύω
πως είναι ένα ενδιαφέρον πείραμα το
χάσιμο χρόνου.

Οδοί Ονείρων

Πολύ μου άρεσε το παλιό μας αυτοκίνητο, το “σαραβαλάκι” μας, όπως συνηθίζαμε να το λέμε. Μπορεί να μην είχε τις ανέσεις που διαθέτουν όλα τα σύγχρονα οχήματα, να μην είχε αυτόματο air condition που ενεργοποιείται μόνο από το πόσο καυτή ή ψυχρή είναι η ανάσα σου, να μην είχε αισθητήρα στάθμευσης που σε ειδοποιεί αν πίσω σου βρίσκονται κάγκελα, γλάστρες ή άνθρωποι την ώρα που παρκάρεις, να μην είχε αερόσακους που πετάγονται μπροστά σου και γίνονται τα πιο απαλά μαξιλάρια σε περίπτωση που συγκρουστείς και κοιμηθείς αιώνια, μπορεί να μην είχε τηλεχειριστήρια στο τιμόνι για να διαλέγεις ανάμεσα σε άπειρους ραδιοφωνικούς σταθμούς την ώρα που στρίβεις στις πιο δύσκολες μανούβρες, μπορεί να μην είχε τίποτα από όλα αυτά, είχε όμως μέσα του πολλά σημαντικότερα. Είχε στιγμές. Στιγμές από εκδρομές οικογενειακές, μέσα στο κατακαλόκαιρο, με τα παράθυρα ανοιχτά, κατεβασμένα, για να μπαίνει εντός μας ο αέρας και να μας δροσίζει τα μάγουλα και μαζί τα φευγαλέα όνειρα που κάναμε παράλληλα με τα εναλλασσόμενα χιλιόμετρα, καθώς δακρύζαμε όχι από στενοχώρια αλλά από μικρά-μικρά, τόσο δα, σκουπιδάκια που ερχόντουσαν και καθόντουσαν και ξεκολλούσαν διαρκώς από τα μάτια μας μέσα. Στιγμές από τραγούδια φωναχτά που λέγαμε όλοι δυνατά αγκαλιασμένοι, την ώρα που οι φωνές μας ακουγόντουσαν μέχρι τους κάμπους πέρα, τότε που, χωρίς να το συνειδητοποιούμε, τα ρεφρέν αυτά ήταν γραφτό να γίνουν οι στίχοι που θα μας ακολουθούν για όλη την υπόλοιπη ζωή μας, τα λόγια που πάντοτε θα σιγοτραγουδάμε κάθε φορά που θα βρισκόμαστε με τους ίδιους ανθρώπους πίσω απ’ τα ίδια τιμόνια.
Όπως τα σπίτια μας γίνανε ψυχρά, έτσι και τα κινούμενά μας σπίτια, τα αυτοκίνητα, χάσανε με τον καιρό αυτή τους την οικογενειακή ατμόσφαιρα. Τι κι αν έχουν τις πιο σύγχρονες προδιαγραφές, τα πιο εξελιγμένα συστήματα ασφαλείας, δεν πρόκειται ποτέ να σου προκαλέσουν εκείνη την πρώτη, αυθόρμητη συναισθηματική ασφάλεια. Σήμερα πια, το μόνο που φέρνεις στο νου σου, με το που βάζεις την πρώτη ταχύτητα, είναι πόσες δόσεις απομένουν για να ξεχρεώσεις ακόμα και αυτόν το λεβιέ που τώρα σφίγγεις, καθώς οι σκέψεις σε σφίγγουν σαν το λεβιέ, όπως υπολογίζεις πόσα λεπτά και πόσα δευτερόλεπτα έχεις να μετρήσεις πάλι αντίστροφα μέχρι να φτάσεις ακριβώς και παρά πέντε και παρά τέταρτο στην απαιτητική δουλειά σου, κι αν θα βρεις να παρκάρεις κάπου κοντά ή αν θα κάνεις γύρες στα γύρω τετράγωνα, μήπως και κάπου το στριμώξεις το γαμημένο, έτσι γαμημένα στριμωγμένος όπως είσαι. Κι ύστερα, όταν θα συμπληρώσεις το ψυχαναγκαστικό ωράριό σου, θα πατήσεις σχεδόν μηχανικά από πενήντα και βάλε μέτρα το κουμπάκι για το πολυπόθητο ξεκλείδωμα, αλλά, επειδή θα είσαι κουρασμένος, θα βαδίσεις λιγάκι πιο αργά και το σύστημα θα ξανακλειδώσει αυτόματα γιατί πέρασε ο διαθέσιμος χρόνος που σου δίνεται μέχρι να ανοίξεις την πόρτα τού οδηγού και τη στιγμή ακριβώς εκείνη που πας να την ανοίξεις, αυτή δεν ανοίγει αλλά το μόνο που ανοίγει είναι ο χαρτοφύλακάς σου και τώρα πέφτουνε όλα τα κωλόχαρτα κάτω, μέσα στα νερά, άι στο διάολο, την καθυστερημένη τεχνολογία μου μέσα. Και αφού τα καταφέρεις, μουσκεμένος από βροχή κι από ιδρώτα, σε πονάει το κεφάλι σου, αλλά αερόσακος για τους πονοκεφάλους δεν έχει ακόμα ανοίξει...

Δευτέρα 5 Ιανουαρίου 2015

ΣΠΑΣΜΕΝΑ ΑΓΑΛΜΑΤΑ

Τώρα το ξέρω
Πρέπει ν’ αγαπήσω τη ζωή
Ανάμεσα απ’ τα συντρίμμια
Που βρίσκονται μπροστά μου
Πρέπει να αγαπήσω ξανά
Κάθε μικρό κομμάτι
Κι ένα ένα να τα βάλω στη σειρά
Όμορφα δεν είναι μόνο
Τα απείραχτα πράγματα
Και τα σπασμένα αγάλματα
Έχουν τη δική τους τη χάρη
Και ίσως είναι αυτά
Που πιο πολύ μας μοιάζουν.



Αργύρης Μαρνέρος

Καμπάνα

Κρατώ στα χέρια μου εκατόν σαράντα φράγκα!
Δούλεψα μια βδομάδα για να τ’ αποκτήσω
Πρέπει με αυτά να ζήσω
Και είναι μια καλοκαιριάτικη βραδιά
Λιώνει  από πόθο η καρδιά
Μα δε μπορώ να προχωρήσω
Σε ένα στενόμακρο γραφείο καθισμένος
Εγώ που θα’ μουν ποιητής φιρμαρισμένος
Ενώ άλλοι τον έρωτα ζουν
Οι έμποροι του θανάτου της  σαρκός
Φαίνονται γίγαντες, ενώ είναι νάνοι
Μα τους επλάνεψε και ο καιρός και η πλάνη
Κρατώ στα χέρια μου εκατόν σαράντα φράγκα
Μα στα πετώ στα μούτρα ψεύτρα κοινωνία
Μ’ αυτά τι να αγοράσω
Φάρμακα για την άρρωστη τη μάνα
Πιστόλι για να αυτοκτονήσω
ή μια μεγάλη χάλκινη καμπάνα
στους σκλάβους ή τους νεκρούς για να ξυπνήσω;

Κώστας Βάρναλης